28/09/2023
Οδηγίες μετά την χορήγηση ραδιοφαρμάκου.
Οι οδηγίες δίνονται για την προστασία των δικών σας ατόμων και του κοινού γενικότερα.
Μετά την χορήγηση του ραδιοφαρμάκου το σώμα του εξεταζόμενου αλλά και οι εκκρίσεις του σώματος του (μητρικό γάλα, ιδρώτας, σάλιο, δάκρυα, ούρα, κόπρανα) εκπέμπουν ακτινοβολία για κάποιο χρονικό διάστημα, το οποίο εξαρτάται από το ραδιοϊσότοπο/ραδιοφάρμακο που έχει χρησιμοποιηθεί. Καθώς τα περισσότερα ραδιοφάρμακα αποβάλλονται από τον οργανισμό μέσω των ούρων, συνιστάται η συχνή ούρηση σε καθιστή θέση (και οι άνδρες), χρησιμοποιώντας 2 φορές το καζανάκι κάθε φορά. Για ασθενείς με καθετήρα, η αντικατάσταση του ουροσυλλέκτη θα πρέπει να γίνεται με γάντια μιας χρήσης και τα ούρα να απορρίπτονται στη λεκάνη της τουαλέτας χρησιμοποιώντας τουλάχιστο 2 φορές το καζανάκι.
Το συνηθέστερο ραδιοϊσότοπο το οποίο χρησιμοποιείται στην Πυρηνική Ιατρική είναι το Τεχνήτιο 99m, το οποίο έχει χρόνο υποδιπλασιασμού 6 ώρες. Για αυτό το λόγο για 24 ώρες μετά την χορήγηση του ραδιοφαρμάκου θα πρέπει να αποφεύγετε την άμεση επαφή με έγκυες γυναίκες και μικρά παιδιά καθώς επίσης θα πρέπει να διατηρείτε μια απόσταση τουλάχιστον 2 μέτρα από όλους τους υπόλοιπους.
Και να ξέρετε «η ακτινοβολία δεν είναι επικίνδυνη για κανένα εάν όλοι ακολουθούν τους κανόνες».
Λίγα λόγια για την ακτινοβολία:
Ακτινοβολία μπορεί να δεχθούμε λόγω ιατρικής εξέτασης ή θεραπείας, λόγω επαγγέλματος αλλά και λόγω περιβάλλοντος.
Πιθανές επιπτώσεις από την ιονίζουσα ακτινοβολία που δεχόμαστε είναι:
(α) το κύτταρο να μείνει ανεπηρέαστο από την ακτινοβολία, (β) το κύτταρο να πάθει κάποια βλάβη, η οποία θα επιδιορθωθεί αργότερα και το κύτταρο θα συνεχίσει τότε να δρα φυσιολογικά, (γ) το κύτταρο να πάθει κάποια βλάβη, η οποία μεν θα επιδιορθωθεί αργότερα αλλά το κύτταρο δεν θα συνεχίσει να δρα φυσιολογικά και τέλος το κύτταρο να πάθει απόπτωση δηλαδή να πεθάνει.
Όσο αυξάνεται η δόση ακτινοβολίας, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα βλάβης. Και εδώ μιλούμε για τις απώτερες επιδράσεις της ιονίζουσας ακτινοβολίας, αυτές δηλαδή που θα μπορούσαν να παρουσιαστούν χρόνια μετά την έκθεση σε ιονίζουσα ακτινοβολία. Αυτό σημαίνει ότι η πιθανότητα προσβολής μειώνεται ακόμα περισσότερο για άτομα άνω των 60 ετών.
Άμεσες επιδράσεις από την χρήση ιονίζουσας ακτινοβολίας σε εξετάσεις Πυρηνικής Ιατρικής δεν υπάρχουν, γιατί οι δόσεις που χρησιμοποιούνται είναι πολύ μικρές, και πάντοτε αναπροσαρμοσμένες στα κιλά και στην ηλικία κάθε ασθενούς.
Κλείνοντας, σημαντικό είναι να σημειωθεί πως χρησιμοποιούμε τα λεγόμενα Διαγνωστικά Επίπεδα Αναφοράς, τα οποία είναι βασισμένα στην αρχή ότι η σωστή δόση ακτινοβολίας είναι η πλέον ελάχιστη που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να έχουμε σωστή διάγνωση.