09/11/2025
Καλημέρα!
Καθώς σιγά σιγά η θερμοκρασία χαμηλώνει αισθητά, αρχίζει να εκδηλώνεται το φαινόμενο Raynaud στους ανθρώπους που έχουν ευαισθησία στα άκρα, όταν εκτεθούν σε ψύχος.
Πιο κάτω ένα παλαιότερο άρθρο για το φαινόμενο Raynaud, που είναι συχνό, αλλά δεν κρύβει πάντα κάτι ανησυχητικό.
Φαινόμενο Raynaud: αθώο σύμπτωμα ή ένδειξη νοσήματος;
Του Ιωάννη Παπαλόπουλου, ειδικού ρευματολόγου
Το φαινόμενο Raynaud είναι επεισοδιακή, αναστρέψιμη αλλαγή χρώματος στο δέρμα των δακτύλων σε άκρα χέρια και πόδια, που οφείλεται σε σπασμό των αγγείων, μετά από έκθεση στο ψύχος ή συγκινησιακή φόρτιση. Η μεταβολή του χρώματος στα δάκτυλα ξεκινά με ωχρότητα (λευκό χρώμα), έπεται κυάνωση (μπλε χρώμα) και ακολουθεί ερυθρότητα. Απαιτείται αλλαγή τουλάχιστον δύο χρωμάτων (π.χ. ωχρό, κυανό), για να τεθεί η διάγνωση του φαινομένου, το οποίο οδηγεί σε πόνο και μουδιάσματα των δακτύλων και δυσαισθησία.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι το φαινόμενο Raynaud δεν αποτελεί νόσο, αλλά σύμπτωμα. Μπορεί να είναι πρωτοπαθές, δηλαδή να μην υποκρύπτει νόσημα ή δευτεροπαθές, όπου αποτελεί σύμπτωμα άλλης παθολογίας.
Το πρωτοπαθές Raynaud είναι αρκετά συχνό- αφορά στο 4-5% του γενικού υγιούς πληθυσμού- και εμφανίζεται κυρίως στις ηλικίες μεταξύ 15-30 ετών. Είναι συνηθέστερο στις γυναίκες, ενώ μια προσεκτική αναζήτηση στο οικογενειακό ιστορικό πιθανά να αποκαλύψει κι άλλους συγγενείς να το εμφανίζουν. Στο πρωτοπαθές φαινόμενο Raynaud παρατηρείται συμμετρική προσβολή των άκρων, απουσία ελκών ή γάγγραινας, ενώ οι εργαστηριακές εξετάσεις δε θα αναδείξουν παθολογικά ευρήματα.
Στην περίπτωση όμως που τα συμπτώματα εμφανίζονται μετά τα 40 έτη, σε προσβολή μόνο του ενός άκρου ή αν υπάρχει έλκος στα δάκτυλα, τότε μάλλον πρόκειται για δευτεροπαθές Raynaud και είναι απαραίτητο να αναζητηθεί η πιθανή αιτιολογία.
Διάφορες κατηγορίες νοσημάτων μπορούν να ευθύνονται για την εμφάνιση του φαινομένου. Μια τέτοια είναι τα ρευματολογικά νοσήματα, όπως ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος, το Συστηματικό Σκληρόδερμα, οι φλεγμονώδεις μυοσίτιδες, το σύνδρομο Sjögren και οι αγγειίτιδες.
Άλλη αιτία μπορεί να είναι κάποια αποφρακτική αγγειακή νόσος, όπως αρτηριοσκλήρωση, εμβολή ή απoφρακτική θρομβαγγειίτιδα ( νόσος Buerger), αλλά και κάποια ενδοκρινολογική νόσος, όπως φαιοχρωμοκύττωμα, καρκινοειδές σύνδρομο ή υποθυρεοειδισμός.
Στη διαφορική διάγνωση του φαινομένου Raynaud οφείλουν να τεθούν και αιματολογικά νοσήματα, όπως κρυοσφαιριναιμία, παραπρωτεϊναιμία, POEMS, αλλά και χρήση φαρμάκων, όπως οι αμφεταμίνες, οι β-αναστολείς, τα αντισυλληπτικά, διάφορα χημειοθεραπευτικά. Τέλος, μπορούν να το προκαλέσουν καταστάσεις όπως το κάπνισμα , το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα, το σύνδρομο θωρακικής εξόδου και επαγγέλματα που αφορούν σε χρήση κρουστικών μηχανημάτων.
Γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω ότι η παρουσία φαινομένου Raynaud οφείλει να οδηγήσει σε έλεγχο για το αν πρόκειται για πρωτοπαθές ή δευτεροπαθές. Δεδομένης της συχνότητάς του στα ρευματολογικά νοσήματα είθισται η διερεύνηση να γίνεται από ρευματολόγο και περιλαμβάνει λήψη λεπτομερούς ιστορικού, ενδελεχή κλινική εξέταση, εργαστηριακό έλεγχο και, όπου είναι εφικτό, τριχοειδοσκόπηση.
Το πρωτοπαθές Raynaud αντιμετωπίζεται με γενικά μέτρα, δηλαδή με αποφυγή έκθεσης στο κρύο, ζεστά ρούχα και άκρα με γάντια, διακοπή καπνίσματος, έλεγχο του συναισθηματικού stress, αποφυγή φαρμάκων που πιθανά να ευθύνονται.
Σπανιότερα θα απαιτηθεί φαρμακευτική αγωγή, όπως αναστολείς διαύλων ασβεστίου. Τα τελευταία έχουν θέση στο δευτεροπαθές Raynaud, καθώς επίσης και αναστολείς PDE-5, αναστολείς ενδοθηλίνης, ενδοφλέβια προστανοειδή. Ύψιστης σημασίας , ωστόσο, είναι η διάγνωση και αντιμετώπιση της υποκείμενης νόσου που το προξενεί.