16/02/2022
Γράμματα Νέας Εσοδείας #11 Aronia Ubuntu
Αγαπητέ Ηρακλή,
Σήμερα δεν θα σου μιλήσω για διατροφή. Θα σου διηγηθώ μία ιστορία, όπως την βίωσα, και θα καταλήξω στην Αρώνια. Θα μιλήσω για ένα παλιό καλό φίλο. Γνωριστήκαμε στην σχολή, είμασταν ίδια σειρά. Είχε το μυαλό του πιο βαθιά μέσα στο κεφάλι του από εμένα και αρκετούς από εμάς εκεί. Στην τότε Ελλάδα υπήρχε κάτι τρέντυ και χάϊ στάτους να σπουδάζει κανείς φωτογραφία, και αρκετοί από εμάς, την ίδια στιγμή που δημιουργούσαμε και καλό έργο, αρεστήκαμε να φουσκώσουμε την ματαιοδοξία μας σε ένα επιφανειακό επίπεδο του μεγάλου καλλιτέχνη/διαφημιστή, ή ότι άλλο. Στο μάθημα του ρεπορτάζ αρκετοί διαλέξαμε πιασιάρικα αλλά βολικά θέματα, την ώρα που αυτός δεν φοβήθηκε να προσεγγίσει δύσκολα θέματα μπαίνοντας σε ‘’σκοτεινά σοκάκια.’’ Για να μην παρεξηγηθώ, δεν προσπαθώ να μειώσω τους υπόλοιπους εμάς, αλλά να δώσω έμφαση στο πνεύμα με το οποίο πορεύεται ο φίλος στην ζωή.
Μετά την σχολή χαθήκαμε κάπως, αφού ανέβηκε να μείνει στην Θεσσαλονίκη. Όταν όμως για κάποια χρόνια στο γύρισμα της χιλιετίας άρχισα να έρχομαι 1-2 φορές τον χρόνο στην πόλη για 2-3 εβδομάδες με την ελεύθερη συνεργασία που είχα με μία διαφημιστική, συνδεθήκαμε πάλι τα παλιοφιλαράκια. Εγώ συνεργαζόμουν περιστασιακά τότε με μία από της μεγάλες διαφημιστικές εταιρίες του χώρου. Παράλληλα συνεργαζόμουν ελεύθερα με διάφορα έντυπα και περιοδικά. Ήταν τότε που αρκετοί από εμάς τους μποέμιους νομίζαμε ότι είχαμε πιάσει την αγελάδα από τα χρυσά βυζιά. Την ίδια στιγμή, ο φίλος εδραίωνε μια μόνιμη συνεργασία με ένα περιοδικό αγγελιών για επαγγελματικά, κυρίως, οχήματα. Μία φορά τον μήνα, για 10 μέρες γύρναγε όλες τις μάντρες της πόλης και φωτογράφιζε αυτοκίνητα και μηχανήματα (ω μον ντιέ, κε καταστασιόν τρε τραζίκ για έναν σπουδαγμένο φωτογράφο!) Ήταν όμως αυτή η εργασία (το συγκεκριμένο περιοδικό πήγαινε σφαίρα εκείνες τις εποχές) που του επέτρεψε να χτίσει γερές βάσεις πάνω στις οποίες δημιούργησε όμορφη οικογένεια (‘’την μπετονιέρα μην την βλαστημάς, αυτή σου δίνει για να φας’’). Θυμάμαι να μου περιγράφει τις εντυπώσεις του από τις εξορμήσεις στις μάντρες- λες και επισκεπτόταν φαβέλες. Για τους ανθρώπους που γνώριζε εκεί, τον τρόπο που μιλάγανε, το πόσο σαν άλλος πλανήτης έμοιαζε να είναι αυτός ο κόσμος που απλωνόταν στα περιθώρια της πόλης. Να παρενθέσω εδώ πως ότι και να συζητάγαμε με τον φίλο, ρίχναμε πολύ γέλιο –χωρίς όμως να κοροϊδεύουμε κανέναν, απλά τα προσεγγίζαμε με παιδική περιέργεια και χιούμορ. Καθώς μου μιλούσε για τον κόσμο στις μάντρες, εγώ φανταζόμουν ότι αυτό είναι υπέροχο θέμα για φωτογραφικό ρεπορτάζ ή ντοκιμαντέρ. Αλλά ο φίλος φαίνεται πως κράταγε ξεκάθαρα όρια, ανάμεσα σε αυτό που εξασφάλιζε την επιβίωσή του και αυτό που θα προσέφερε τροφή για την ψυχή του. Όσον αφορά το τελευταίο, μια μέρα που τον επισκέφθηκα μου διηγήθηκε ένα φωτογραφικό έργο το οποίο έφερε εις πέρας στο ίδιο του το χωριό. Το χωρίο του Κιλκίς, το οποίο όταν το είχε πρωτοπερπατήσει μετά από πολλά χρόνια απουσίας, τον ρώτησε ένας υπεραιωνόβιος ‘’Εσύ πως ακούς?’’ κι ο φίλος είχε μείνει να τον κοιτάει σαν χάνος, καθώς δεν ήξερε πως αυτό είναι το Ποντιακό αντίστοιχο του ‘’Ποιανού ‘σει ‘συ?’’ Αφού έμαθε λοιπόν το σύνθημα και το παρασύνθημα, κίνησε μια μέρα ο φίλος με ένα σκάνερ και πήγε από πόρτα σε πόρτα στο χωριό και αιτήθηκε να του παραχωρήσουν για λίγο ένα μέρος από τα οικογενειακά τους κειμήλια, δηλαδή τις παλιές φωτογραφίες τους, ώστε να τις καταχωρήσει στον υπολογιστή του. Με σκοπό αυτοί οι οικογενειακοί θησαυροί αναμνήσεων να συγκροτήσουν έναν συλλογικό θησαυρό μνήμης, προσβάσιμο για όλους. Θυμάμαι που μου έλεγε πως πολλοί ανταποκριθήκαν αμέσως θετικά. Άλλοι ήταν διστακτικοί στην αρχή και κάποιοι καχύποπτοι ή και αρνητικοί. Είναι φυσικό φαντάζομαι να συναντηθεί θετικά το αίτημά του από αυτούς που τον γνώριζαν καλά ή συγγενεύαν και όχι τόσο από κάποιους άλλους. Φαντάζομαι επίσης πως η απλότητα και φυσική ευγένεια του φίλου, μαζί με τις πολύτιμες επικοινωνιακές δεξιότητες που αποκτούσε στην θητεία τους στις μάντρες, θα έκανε αρκετά εύκολα εφικτό αυτό το κομμάτι του έργου. Αφού ολοκλήρωσε και το κομμάτι της σάρωσης και επεξεργασίας των φωτογραφιών, φώναξε όλους τους συγχωριανούς στην πλατεία ένα καλοκαιρινό Σαββατόβραδο και πρόβαλε από έναν προτζέκτορα πάνω στο πανί το συλλογικό οικογενειακό άλμπουμ του χωριού. Ακόμα θυμάμαι πως έλαμπε το πρόσωπό του και φτέρωνε η φωνή του περιγράφοντάς μου το πώς, καθώς η μία φωτογραφία διαδεχόταν την άλλη, άκουγες την μία στιγμή επιφωνήματα, μετά σχόλια, περιγραφές ιστοριών που ξυπνούσαν οι εικόνες, μετά γέλια, μετά ευλαβική ησυχία, μετά κλάματα, αναστεναγμούς… Αν στους αναγνώστες αυτής της σελίδας έρχονται εικόνες από ‘’Σινεμά ο Παράδεισος’’ ή από την μαγεία που πρέπει να βίωναν πολύ παλιά στα χωριά όταν τα επισκέπτονταν τα περιφερόμενα υπαίθρια σινεμά και οι θίασοι, φαντάζομαι πως είναι πολύ κοντά στο τι συνέβη εκείνη την βραδιά στο Ελευθεροχώρι – μόνο που αυτή την μαγεία θα πρέπει να την πολλαπλασιάσουν με τον παράγοντα του να παρακολουθεί κανείς την ίδια την δική του ιστορία στην σκηνή.
Αυτή είναι η ιστορία που είχα να διηγηθώ σήμερα. Μπορεί κάποιος να ρωτήσει τι σχέση έχει με την αρώνια. Ίσως καμία. Αλλά στην ζωή όλα συνδέονται με κάποιον τρόπο, ακόμα και αν δεν είναι εμφανής. Θα μπορούσα να πως ότι με αυτό το απόκοσμο μαύρο-ιώδες χρώμα που μοιάζει με φωτογραφικό γαλάκτωμα (εμουλσιόν), η αρώνια μοιάζει σαν να φύτρωσε από μία camera obscura, άρα πρέπει να είναι το κατεξοχήν φρούτο του φωτογράφου. Λέω όμως να συνδέσω την ευγένεια της υφής και γεύσης της, το βάθος των θρεπτικών ιδιοτήτων της, και το γεγονός πως αν και δεν μιλάει δυνατά για τα χαρίσματα και ταλέντα της, παράγει σημαντικό έργο στα σωθικά μας για να διασφαλίσει πως ζούμε σαν υγιείς και ολοκληρωμένοι οργανισμοί, με τις ποιότητες του φίλου που τον έκαναν να περπατήσει το χωριό του αναλαμβάνοντας αυτό το έργο, και αργότερα να επιστρέψει και να αναλάβει τα χωράφια για να τα καλλιεργήσει.
Πάνε περίπου είκοσι χρόνια από τότε που ο φίλος (ο οποίος όπως θα έχουν καταλάβει οι αναγνώστες μας είσαι εσύ) μου διηγήθηκε την παραπάνω ιστορία, και πιθανώς δεν θυμάμαι πολύ καλά τις λεπτομέρειες, και όπως είπα στην αρχή δεν θα μίλαγα σήμερα για διατροφή και συνταγές. Ελπίζω όμως το υπόδειγμα της ιστορίας που περιέγραψα να μπορεί να μπορεί να συμπεριληφθεί στον τσελεμεντέ με τις Συνταγές Καλής Ζωής ή επίσης στο πεδίο της διασύνδεσης/αλληλεξάρτησης των ανθρώπων όπως εκφράζεται μέσα από την Αφρικάνικη φιλοσοφία του Ubuntu, το οποίο σημαίνει ‘’είμαι γιατί είσαι,’’ ‘είμαι ορατός γιατί με βλέπεις,’’ ‘’υπάρχουμε μέσω των άλλων.’’
(Οι εικόνες που συνοδεύουν το άρθρο: 1) από το εξώφυλλο του βιβλίου ‘’Batman, The killing Joke’’ της DC comics, 2) μία από τις φωτογραφίες της έκθεσης, με τίτλο ‘’Ελευθεροχώρι, Γενή Κιοΐ 1922).
Elias StarisΓράμματα Νέας Εσοδείας #11 Την αρώνια μην την βλαστιμάς